Ιστορικός περίπατος 11ης Ιουνίου

Συναντώντας τους ήρωες του ΄21 στους δρόμους του Αγρινίου.

Οι στάσεις - πληροφορίες

Αφιερωμένος στη μνήμη της Κατερίνας Μαστρογιάννη, ιδρυτικού μέλους της ΔΡΩ

Απελευθέρωση Βραχωρίου

Χαιρετισμός της αντιδημάρχου, κ. Παπαγεωργίου Μαρίας

Αφετηρία - Εισαγωγικές πληροφορίες

Στις 12 Ιουνίου η κίνησή μας διοργάνωσε Ιστορικό περίπατο  στους δρόμους του Αγρινίου με τη ευκαιρία της συμπλήρωσης 200 χρόνων από την απελευθέρωση του Αγρινίου (11 Ιουνίου 1821). Μέλη και φίλοι της ΔΡΩ ανέλαβαν την ενημέρωση των συμμετεχόντων στον περίπατο. Ακολουθούν οι πληροφορίες και τα σχετικά videos που αφορούν τους αγωνιστές, των οποίων τα ονόματα έχουν δοθεί σε δρόμους του Αγρινίου, όπου πραγματοποιήθηκαν οι στάσεις κατά τον ιστορικό περίπατο.

Η ομιλία του Λίνου Υφαντή

Πολιορκία Αγρινίου. Μακέτα Λίνου Υφαντή

Βίντεο αναπαράστασης απελευθέρωσης του Αγρινίου.

Επιμέλεια Λίνος Υφαντής

Αφετηρία - Άλωση του Βραχωρίου

Ομιλητής: Λίνος Υφαντής, Δρ Ιστορίας Αρχαιολογίας Πανεπιστημίου Πατρών

Το Βραχώρι ήταν κέντρο Οθωμανικής Διοίκησης της περιοχής και στρατηγικός πρώτος στόχος των επαναστατών στη Δυτική Στερεά.
Οι προωθητικές κινήσεις άρχισαν στις 28 Μαϊου 1821. Ο Στάικος προωθήθηκε βόρεια του Βραχωρίου (θέση Παλιόκαστρο κοντά στις σημερινές κεραίες Αγίου Κωνσταντίνου), ο Βλαχόπουλος βορειοανατολικά, ενώ βορειοδυτικά θέσεις πήρε ο οπλαρχηγός του Βάλτου Α. Ίσκος. Την επικοινωνία από το βορρά απέκοψε ο Ξηρομερίτης οπλαρχηγός Βαρνακιώτης. Οι Οθωμανοί υπό τον στρατιωτικό διοικητή Νούρκα Σερβάνη κλείστηκαν στις οχυρωμένα σπίτια και πύργους τους και στο διοικητήριό τους, που βρισκόταν λίγο πιο δεξιά από το σημερινό ναό της Παναγίας σύμφωνα με τα απομεινάρια του πολεοδομικού σχεδίου του 1843. Το τούρκικο κέντρο έφτανε δυτικά έως τη θέση «Τζαμί», όπως διασώζεται σε συμβόλαια σπιτιών στη συμβολή των οδών Aγίου Δημητρίου και Κωστή Παλαμά κάτω από τη σημερινή Πλατεία Χατζοπούλου. Ανατολικά από την Ερμίτσα εισβάλλουν ο Σιαδήμας και ο Γρίβας, που είχαν προηγουμένως ενωθεί με τις δυνάμεις τους στη Δογρή, ενώ νότια προωθείται ο Μακρής.
Οι Έλληνες πολιορκητές σφυροκοπούν με ένα κανόνι που είχαν στη διάθεση τους το Οθωμανικό κέντρο από τον υπερυψωμένο λόφο της Αγίας Τριάδας. Ο Βλαχόπουλος προμηθεύτηκε επίσης και δεύτερο κανόνι από τον Άγγλο Ναύαρχο Χένδερσον, το όνομα του οποίου φέρει μεγάλος δρόμος νότια του Αγρινίου.
Εν τέλει ο Νούρκας Σερβάνης αποχωρεί ύστερα από συμφωνία και ακολούθησαν οδομαχίες μεταξύ Ελλήνων και πολιορκημένων Τούρκων που είχαν παραμείνει για να υπερασπιστούν την πόλη. Στις 11 Ιουνίου η πόλη παραδίδεται επίσημα στους έλληνες Επαναστάτες.

Σημεία ενδιαφέροντος :
Τούρκικο νεκροταφείο (λόφος οδού Αλεξαγόρη, πρώην 7ο Δημοτικό).
Μητρόπολη Αγρινίου
«Τζαμί» (συμβολή Aγίου Δημητρίου και Κωστή Παλαμά).
Αγία Τριάδα ( κανόνι).

Η ομιλία της Πηνελόπης Χρύσανθου

Βαρνακιώτης Γεώργιος- έργο Αντώνη Ναστούλη
Βαρνακιώτης Γεώργιος- έργο Αντώνη Ναστούλη

Επιστολή Βαρνακιώτη

Υπογραφή Γρίβα. Αρχείο Γίτσας Πανταζή Ναστούλη
Υπογραφή Γρίβα. Αρχείο Γίτσας Πανταζή Ναστούλη

1η στάση: Οδός Βαρνακιώτη

Ομιλήτρια: Πηνελόπη Χρύσανθου, Φοιτήτρια τμ. διαχείρισης πολιτισμικού περιβάλλοντος και νέων τεχνολογιών

Ο Γεώργιος Βαρνακιώτης, ο οποίος γεννήθηκε στο Βάρνακα Ξηρομέρου το 1780, αποτέλεσε έναν από τους πιο ξακουστούς οπλαρχηγούς της Δ. Στερεάς και της Ρούμελης.
Σε ηλικία 20 ετών διαδέχθηκε στο αρματολίκι Ξηρομέρου τον πατέρα του Νικόλαο Βαρνακιώτη. Πρώτος αυτός ύψωσε το λάβαρο της Επαναστάσεως στην Αιτωλοακαρνανία. Μαζί με άλλους οπλαρχηγούς πολιόρκησε το Βραχώρι και ανάγκασε την φρουρά σε παράδοση. Ιδιαίτερη διάκριση έλαβε από τις επιχειρήσεις του Μακρυνόρους και τη μάχη του Αετού Ξηρομέρου. Ένα χρόνο αργότερα η Γερουσία Δυτικής Χέρσου Ελλάδος τον ανακήρυξε στρατηγό.
Το Βραχώρι ήταν το προπύργιο των Τούρκων στη Δυτική Ελλάδα. Οι Οπλαρχηγοί αποφάσισαν να επιτεθούν κατά της πόλης στις 28 Μαΐου, την ημέρα που οι Μωαμεθανοί γιόρταζαν το Ραμαζάνι. Οι Επαναστατικές δυνάμεις της Αιτωλοακαρνανίας κατέλαβαν θέσεις γύρω από το Βραχώρι για να το πολιορκήσουν. Το βράδυ της 28ης Μαΐου 1821 ο πολιορκητικός κλοιός είχε ολοκληρωθεί και τα χαράματα της ίδιας νύχτας άρχισε γενική επίθεση απ’ όλες τις μεριές, πρώτα προς τις απόκεντρες συνοικίες της πόλης. Οι Τούρκοι, αν και γιόρταζαν το Ραμαζάνι εκείνη την η¬μέρα, ήταν σε επιφυλακή. Όταν άκουσαν τους πυροβολισμούς των Ελλήνων έσπευσαν στα ενδό¬τερα της πόλης και οχυρώθηκαν στα κεντρικά σπίτια, απ’ όπου άρχισαν να αμύνονται με γενναιότητα.
Οι επιθέσεις των Ελλήνων πολιορκητών επαναλήφθηκαν ορμητικότερες. Στις 30 Μαΐου ήρθαν νέες ενισχύσεις με τον Γιώτη Βαρνακιώτη, αδερφό του Γεωργίου. Στις 3 Ιουνίου κατέφθασε και ο ίδιος ο Γεώργιος Βαρνακιώτης με πολλούς Ξηρομερίτες, που ανέβασαν τον συνολικό αριθμό των Ελλήνων στις 4.000.
Ο Γ. Βαρνακιώτης νωρίτερα ήταν στο Μακρυνόρος, προκειμένου να εμποδίσει τη σχεδιαζόμενη κάθοδο των Τούρκων από την Άρτα. Η άφιξη των Ξηρομεριτών ενίσχυσε τη θέση των Ελλήνων πολιορκητών. Οι πολιορκούμενοι Τουρκαλβανοί βρίσκονταν σε δύσκολη θέση: τα τρόφιμα και τα πολεμοφόδιά τους άρχισαν να σπανίζουν. Πολλές αποθήκες τους είχαν περιέλθει στην κατοχή των Ελλήνων.
Ο Νούρκα Σέρβανης, ο Τουρκαλβανός δερβέναγας, αποφάσισε να έρθει σε μυστική συμφωνία με τους Έλληνες, και γι’ αυτό το σκοπό εκμεταλλεύτηκε τη φιλία του με το Βλαχόπουλο. Συμφωνήθηκε, 5 Ιουνίου, να εξασφαλίσουν την αναχώρηση του ίδιου και των Αλβανών στρατιωτών και να τους επιτραπεί να πάρουν τα ατομικά τους είδη. Η αποχώρηση του Νούρκα Σέρβανη με την ένοπλη αλβανική φρουρά του υπήρξε σωτήρια για την έκβαση της πολιορκίας.
Οι πολιορκημένοι Τούρκοι δεν περίμεναν πλέον καμία βοήθεια και δεν είχαν άλλη διέξοδο. Ήρθαν σε συμφωνία με τους Έλληνες να παραδοθούν, υπό τον όρο να γίνει σεβαστή η ζωή και η τιμή τους. Η συμφωνία τηρήθηκε: οι απομονωμένοι στο Βραχώρι Τούρκοι, με τον δερβέναγα Ταχήρ Παπούλια, υπέγραψαν συμφωνία με το Γεώργιο Βαρνακιώτη, που υποχρέωνε τους Τούρκους να παραδώσουν τα όπλα και να πάνε με ασφάλεια όπου θέλουν. Έτσι, στις 11 Ιουνίου 1821, ελευθερώθηκε το Βραχώρι (Αγρίνιο).
Ο ιστορικός Δημήτρης Κόκκινος παρόλο που είναι ένας από τους επικριτές του Βαρνακιώτη, εκπληρώνει στο έπακρο το χρέος του ιστορικού και αναφέρει το εξής : ο Ανδρούτσος ήταν για την Ανατολική Ελλάδα ότι ο Κολοκοτρώνης για την Πελοπόννησο και ο Βαρνακιώτης για τη Δυτική Ελλάδα .
Ωστόσο ούτε αυτός κατάφερε να ξεφύγει από την πολιτική στρατηγική του Μαυροκορδάτου. Από τη στιγμή που ο Μαυροκορδάτος ήρθε στη χώρα μας ζήτησε να τον προσφωνούν ως «πρίγκιπα του τόπου» , κάτι που ο Βαρνακιώτης αρνήθηκε να εφαρμόσει.
Ο ιστορικός Στασινόπουλος κάνει λόγο για μεθοδευμένη παγίδα κατά του οπλαρχηγού Βαρνακιώτη. Ο Βαρνακιώτης επρόκειτο να σταθεί εμπόδιο στα σχέδια του Μαυροκορδάτου και για αυτό το λόγο έπρεπε να εξοντωθεί. Με δόλιο τρόπο τον έπεισαν να πάει κοντά στον Ομέρ Βρυώνη και να διαπραγματευθεί στο όνομα όλων των Ελλήνων μια δήθεν υποταγή. Η κίνηση αυτή υπογράφηκε από τους επιφανείς , να σταλεί δηλαδή ως διαπραγματευτής. Ο Μαυροκορδάτος είχε πετύχει το στόχο του. Άρχισε τις διαβολές ότι ο οπλαρχηγός αυτομόλησε στον εχθρό και πως ήταν προδότης. Ο Βαρνακιώτης μάταια διαμαρτυρήθηκε. Έπειτα από όλα αυτά ο μεγάλος στρατηγός έπεσε σε δυσμένεια και ως αντίδραση πήγε κοντά στους Τούρκους για να γλιτώσει από την καταδίωξη του «πρίγκιπα». Η ευθύνη είναι βέβαια βαριά και δεν μπορεί να δικαιολογήσει αυτή την πράξη. Μα το ίδιο βαριά στέκεται και η ευθύνη του Μαυροκορδάτου, που εξαιτίας της ανθελληνικής πολιτικής του έγινε βιομήχανος προδοτών και ανταρτών στην επαναστατημένη Ελλάδα. Άλλωστε την ίδια τακτική ακολούθησε και με τον Καραϊσκάκη , τον Κολοκοτρώνη, τον Ανδρούτσο και τόσους άλλους γνωστούς και μη αγωνιστές .
Όταν ήρθε στην Ελλάδα ο Καποδίστριας , ο Βαρνακιώτης ανταποκρίθηκε αμέσως στην πρόσκλησή του. Βοήθησε στην απελευθέρωση του Ξηρομέρου , του Μεσολογγίου και του Αιτωλικού το Μάιο του 1829. Τη συνθήκη μάλιστα για τν απελευθέρωση του Μεσολογγίου υπέγραψε μαζί με τον Παπαρηγόπουλο και ο Βαρνακιώτης .
Πέθανε στο Μεσολόγγι το 1842 .

Η ομιλία της Κωνσταντίνας Μπελεγρίνη

Μακρής Δημήτριος- έργο Αντώνη Ναστούλη
Μακρής Δημήτριος- έργο Αντώνη Ναστούλη

2η στάση: Οδός Μακρή

Ομιλήτρια: Κωνσταντίνα Μπελεγρίνη, Δασκάλα - Μεταπτυχιακή Φοιτήτρια στο τμήμα "Διοίκηση Πολιτισμικών Μονάδων" του ΕΑΠ

Ο Δημήτρης Μακρής, ένας από τους σημαντικότερους στρατιωτικούς ηγέτες στη Δυτική Στερεά Ελλάδα κατά τη διάρκεια του Αγώνα, ο ξακουστός «πετρίτης του Ζυγού», γεννήθηκε στη Γαβαλού της Μακρυνείας το 1772.
Το πραγματικό του όνομα ήταν Μήτρος Πραγγέλης. Το Μακρής ήταν παρατσούκλι που το κληρονόμησε από τον πατέρα του που είχε ψηλή κορμοστασιά, καπετάνιο Ευάγγελο Μακρή, αρματολό του Ζυγού (σημερινή ονομασία Αράκυνθος) και ο οποίος είχε λάβει μέρος στα Ορλωφικά.
Πριν από την Επανάσταση, μυήθηκε στη Φιλική Εταιρεία (πιθανότατα το 1819) όταν ο Ηγούμενος Κραβάρων, Δανιήλ, τον κάλεσε στην Ιερά Μονή Κατερινούς για να συναντήσει τον Ιωάννη Παπαρρηγόπουλο, Φιλικό και γραμματέα του ρωσικού Προξενείου των Πατρών.
Ο Μακρής υπήρξε ένας από τους λίγους καπετάνιους της Στερεάς Ελλάδας που δεν συνθηκολόγησε ποτέ με τον Αλή πασά και η στάση του απέναντί του υπήρξε πάντοτε εχθρική. Παρόλα αυτά, ο Μακρής δέχθηκε απρόσμενα από τον Αλή πασά ένα «έμμεσο δώρο». Όταν τα στρατεύματα του Σουλτάνου ξεκίνησαν να πολιορκούν τα Ιωάννινα, η μακροχρόνια έχθρα του Μακρή με τον Αλή πασά θεωρήθηκε προσωπική. Σαν ανταμοιβή, λοιπόν, για τη εναντίωσή του στον Αλή, διορίστηκε από τον πασά Πεχλεβάν Ιμπραήμ Μπαμπά ως Καπετάνιος του Αρματολικίου του Ζυγού (Ιούλιος του 1820), τίτλο τον οποίον είχε αρνηθεί όταν του τον προσέφερε ο πασάς των Ιωαννίνων.
Ηγήθηκε της πρώτης προεπαναστατικής ενέργειας στη Δυτική Στερεά. Στις αρχές Μαρτίου του 1821, οι Οθωμανοί φοροεισπράκτορες βρίσκονταν στο Μεσολόγγι για να εισπράξουν το χαράτσι. Ο Μακρής είχε έρθει σε συνεννόηση με τους προεστούς της πόλης, οι οποίοι τον ειδοποίησαν πως οι Οθωμανοί στις 5 Μαρτίου θα μετέφεραν το χαράτσι από το Μεσολόγγι στη Ναύπακτο, από όπου και θα στελνόταν στον Σουλτάνο, στην Πόλη. Έτσι, λοιπόν, στα μέσα της διαδρομής, με τη μικρή δύναμη 28 ανδρών που είχε συγκεντρώσει, χτύπησε και εξολόθρευσε την Οθωμανική φάλαγγα στην τοποθεσία «Σκάλα του Μαυρομμάτη» (λίγο έξω από το σημερινό Περιθώρι), αρπάζοντας πλούσια λάφυρα, πραγματοποιώντας έτσι την πρώτη επιτυχημένη προεπαναστατική ενέργεια στη Δυτική Στερεά.
Στις 20 Μαΐου εισέβαλε στο Μεσολόγγι, ύψωσε τη σημαία της Επανάστασης και στις 21 Μαΐου απελευθέρωσε το Αιτωλικό (τότε καλούμενο κυρίως Ανατολικόν).
Στη συνέχεια, καθοριστική ήταν η συμμετοχή του, μαζί με πλήθος οπλαρχηγών στην απελευθέρωση του Αγρινίου (Βραχώρι). Στις 27 Μαΐου 1821, ο Μακρής από το Μεσολόγγι μαζί με τον Αθανάσιο Ραζή-Κότσικα και 700 παλικάρια, περνούν τα γεφύρια του Αλάμπεη. Εκεί καταφθάνουν και οι υπόλοιποι οπλαρχηγοί, από τον Βλοχό ο Αλεξάκης Βλαχόπουλος, από τη Βελάουστα ο Γιαννάκης Στάικος, από τον Βάλτο ο Ανδρέας Ίσκος, οι Αποκουρίτες με τον Κώστα Σιαδήμα και οι Ξηρομερίτες με τον Θοδωράκη Γρίβα και τον Γιώτη Βαρνακιώτη, ενώ ο Γεώργιος Βαρνακιώτης εγκλωβίζει τους Τούρκους στην Ήπειρο, από όπου δεν μπορούν να στείλουν δυνάμεις στην Δυτική Στερεά, με αποτέλεσμα οι Τούρκοι του Βραχωρίου να οδηγηθούν στην απόγνωση. Η πολιορκία του Βραχωρίου είχε αρχίσει. Στις 11 Ιουνίου 1821 το Βραχώρι απελευθερώθηκε. Η απελευθέρωσή του Βραχωρίου και του Ζαπαντιού στη συνέχεια ήταν κομβικής σημασίας για την εδραίωση και εξέλιξη της Επανάστασης, διότι η πόλη αποτελούσε το διοικητικό κέντρο της περιοχής, το προπύργιο των Τούρκων της Δυτικής Χέρσου Ελλάδας, ό,τι ήταν η Τριπολιτσά για την Πελοπόννησο.

«Σ΄’ολον τον κόσμο ξαστεριά, σ’όλον τον κόσμο ήλιος
Και στο Ζαπαντοβράχωρο όλο καπνός κι αντάρα.
Αρματολοί το καίγανε μαζί με τους Μακραίους.
Μια Τουρκοπούλα φώναξε από το παραθύρι:
Πάψε Μακρή τον πόλεμο, πάψε και το ντουφέκι
κι όλοι θα προσκυνήσουμε και θα παραδοθούμε
…»

Οι στρατιωτικές επιτυχίες του Μακρή συνετέλεσαν, ώστε το 1823 να χριστεί Στρατηγός από την τότε Προσωρινή Κυβέρνηση. Παρόλα αυτά, δεν συμμετείχε σε καμία από τις δύο φάσεις του εμφυλίου πολέμου (1823-1825) και δεν τάχθηκε στο πλευρό καμιάς εκ των αντιμαχόμενων παρατάξεων.
Κατά την Τρίτη Πολιορκία του Μεσολογγίου (15 Απριλίου 1825-10 Απριλίου 1826) ο Μακρής πήρε μέρος στην άμυνα της πόλης, υπερασπιζόμενος ηρωικά το προτείχισμα, που φέρει το όνομά του (Ντάπια του Μακρή). Κατά την Έξοδο ήταν επικεφαλής της μίας από τις τρεις φάλαγγες, η οποία είχε και τις περισσότερες απώλειες (οι άλλες δύο είχαν επικεφαλής τους Νότη Μπότσαρη και Κίτσο Τζαβέλα). Δίπλα του σ´ αυτή την πορεία, ντυμένη με αντρική φορεσιά και κρατώντας και αυτή γιαταγάνι, βάδισε η νεαρή και νιόπαντρη Καπετάνισσα Ευπραξία, η οποία από τότε και μέχρι το θάνατό της, όποτε αναφερόταν στον άντρα της, τον αποκαλούσε «ο Ήρωάς μου».

Κάστρα πολλά προσκύνησαν, και δώσαν τα κλειδιά τους,
Το Μεσολόγγι το κακό, το Μεσολόγγι τ’ άξιο
Δεν παραδίνει τα κλειδιά, πασά δεν προσκυνάει.
Κι ας λιγοστεύει το ψωμί, κι ας σώνεται τ’ αλεύρι.
Μέρα και νύχτα πόλεμο, μ’ εννιά χιλιάδες Τούρκους.
Πέφτουν ντουφέκια σα βροχή και μπόμπες σα χαλάζι.
Κι από τη ντάπια του ο Μακρής στα παλικάρια κράζει:
-Παιδιά, βαστάτε τ’ άρματα, βαστάτε το ντουφέκι,
Γιατί βοήθεια πλάκωσε στεριάς και του πελάγου,
Ο Καραϊσκάκης της στεριάς, κι Υδραίοι του πελάγου.
Ούτε βοήθεια φάνηκε, κι ούτε βοήθεια φτάνει.
Και σώθηκε όλο το ψωμί, και σώθηκε τ᾽ αλεύρι.
Μαύρο γιουρούσι κάνανε τη νύχτα του Λαζάρου.
Οι Τούρκοι τους καρτέραγαν, κρυμμένοι στα χαντάκια,
Σκοτώσαν γυναικόπαιδα, χαλάσαν το γεφύρι,
Και λιγοστοί τους ξέφυγαν, στο αίμα κολυμπώντας.

Αργότερα πέρασε στην Πελοπόννησο και στο Ναύπλιο, αλλά επανήλθε στη Στερεά Ελλάδα και ακολούθησε τον Καραϊσκάκη στην εκστρατεία του για την απελευθέρωση της Στερεάς, λαμβάνοντας μέρος σε πολλές μάχες. Μετά τον θάνατο του Καραϊσκάκη συνέχισε μόνος του τον Αγώνα, όταν σχεδόν όλοι οι καπετάνιοι της Στερεάς είχαν προσκυνήσει.
Το 1831 εκλέχθηκε πληρεξούσιος Μεσολογγίου στην Εθνοσυνέλευση του Άργους. Χαρακτηριστικό της ποιότητας του χαρακτήρα του είναι το ακόλουθο περιστατικό. Όταν ο νεαρός βασιλιάς Όθων του προσέφερε τη θέση του υπασπιστή του, ο Μακρής αρνήθηκε με την παρακάτω φράση: «Μεγαλειότατε δεν ξέρω εγώ να τσακάω (διπλώνω) τη μέση μου». Επέστρεψε στο Μεσολόγγι, διέκοψε την ανάμειξή του με το δημόσιο βίο και ασχολήθηκε με τη γεωργία.
Λέγεται ότι προαισθάνθηκε το τέλος του το 1841. Ντύθηκε με τ’άρματά του και κίνησε με τη γυναίκα του για τη Γαβαλού. Όταν έφτασαν στο κονάκι τους, ξάπλωσε στο στρώμα και πρόσταξε τη γριά του να καθίσει στο πλευρό του και να τον μοιρολογήσει! Εκείνη αντέδρασε, μα στο τέλος υποχώρησε κι άρχισε να τραγουδάει το κλέφτικο τραγούδι που εκείνος αγαπούσε. Ο ήρωας την κοιτούσε αμίλητος στα μάτια, σαν να έβλεπε έτσι τα περασμένα και ξεψύχησε…
Ο Μακρής, ο καπετάνιος του Ζυγού, ο κατ’ εξοχὴν υπερασπιστὴς του Μεσολογγίου στην περίοδο της Πολιορκίας του, συμβολίζει «τὸν ἡρωικότερο τῶν ἁγνῶν ἀπελευθερωτῶν, τὸν ἁγνότερο τῶν ἡρώων καὶ τὸν ἀφανέστερο τῶν ἐνδόξων». Αποτελεί πρότυπο Αγωνιστή τόσο για την καθοριστική συνεισφορά του στα πεδία των μαχών όσο και για την απελευθέρωση κομβικών περιοχών της Δυτικής Ελλάδας. Ωστόσο, ο Μακρής ανήκει σε μια ιδιαίτερη κατηγορία ανδρών που εμπνέουν και παραδειγματίζουν στον ίδιο βαθμό (αν όχι περισσότερο) και για τις πράξεις τις οποίες δεν έκανε. Δεν συνεργάστηκε (συμβιβάστηκε) ποτέ με τους Οθωμανούς, δεν ενεπλάκη στον αιματηρό εμφύλιο και δεν επεδίωξε ποτέ προσωπικά αξιώματα και τιμές. Για όλους τους παραπάνω λόγους, ο Δημήτριος Μακρής αποτελεί μια εμβληματική μορφή του Αγώνα που θα πρέπει να εμπνέει τους Έλληνες στο πέρασμα των αιώνων.

Η ομιλία του Θύμιου Αδάμη

Θοδωράκης Γρίβας. έργο Αντώνη Ναστούλη
Θοδωράκης Γρίβας. έργο Αντώνη Ναστούλη
ΘΕΟΔΩΡΟΣ ΓΡΙΒΑΣ
ΕΛΑΙΟΓΡΑΦΙΑ του ΙΩΑΝΝΗ ΔΟΥΚΑ 1838-1916
Υπογραφή Γρίβα. Αρχείο Γίτσας Πανταζή Ναστούλη
Υπογραφή Γρίβα. Αρχείο Γίτσας Πανταζή Ναστούλη

3η στάση: Οδός Γρίβα

Ομιλητής: Θύμιος Αδάμης

Ο Θεόδωρος Γρίβας καταγόταν από τη γνωστή οικογένεια των Γριβαίων, οι οποίοι συμμετείχαν σε όλες τις εξεγέρσεις εναντίον των Τούρκων κατά τον 17ο και 18ο αιώνα. Γεννήθηκε στην Πρέβεζα από τον Δημήτριο (Δράκο) Γρίβα και την Θεοδώρα Γιαννίτση το 1797 και υπήρξε σημαντικός οπλαρχηγός του αγώνα με δράση στην Αιτ/νία και στην Πελοπόννησο.
Κατά την έναρξη της επανάστασης συμμετείχε με το δικό του σώμα στις επιχειρήσεις (Πολιορκία Βραχωρίου, Μακρυνόρος…) όμως αναγκάστηκε να καταφύγει στην Πελοπόννησο μετά τον φόνο τριών μελών της οικογένειας Χασάπη (και του Τ. Μαγγίνα), γεγονός που προκάλεσε τη σύγκρουσή του με τον Τσόγκα. Εκεί παντρεύτηκε την κόρη της Μπουμπουλίνας Ελένη, η οποία αρχικά υπήρξε γυναίκα του Πάνου Κολοκοτρώνη (γιος του γέρου του Μοριά ) που σκοτώθηκε το 1824, στον εμφύλιο. Ο Θ. Γρίβας ανήκε στην ομάδα των Κολοκοτρωναίων και παντρεύτηκε την νεαρή χήρα, μετά έξι μήνες ( το 1825) παρά τη θέληση του Θ. Κολοκοτρώνη. Στη συνέχεια ξέσπασε διαφωνία ανάμεσα τους για την πλούσια προίκα της Ελένης που ο Γρίβας νόμιμα διεκδικεί να επιστρέψει ο Κολοκοτρώνης, ενώ εκείνος ισχυρίζεται πως ήταν ασήμαντη. Η ρήξη Κολοκοτρώνη – Γρίβα δημιούργησε πολλά προβλήματα στην Επανάσταση μέχρι την ανάληψη της διακυβέρνησης από τον Καποδίστρια.
Ο Γρίβας και η Ελένη απόκτησαν δύο παιδιά το Δημήτρη και τη Λασκαρίνα και η Ελένη πέθανε το 1850 από δάγκωμα φιδιού στον πύργο των Γριβαίων στην Ακαρνανία. Ο Γρίβας παντρεύτηκε ξανά και πήρε σύζυγο την Πηνελόπη Στάικου, ενώ το 1854 εμπλέκεται ενεργά στην εξέγερση της Ηπείρου και αργότερα πρωταγωνιστεί στη εξέγερση κατά του Όθωνα. Πέθανε το 1862 (υπάρχει η υποψία πως δολοφονήθηκε με δηλητήριο από ανθρώπους των Άγγλων).

 

Η ομιλία της Έφης Πυρπύλη

Ανδρέας; ίσκος
Προβιβασμός του Ίσκου σε υποστράτηγο.
Προβιβασμός του Ίσκου σε υποστράτηγο.

4η (α) στάση: Οδός Ίσκου

Ομιλήτρια: Έφη Πυρπύλη

Ο Ανδρέας Ίσκος ή Ανδρέας Ίσκου ήταν αρματολός του Βάλτου στη Δυτική Ελλάδα και πολιτικός κατά την περίοδο της Επανάστασης του 1821.

Γεννήθηκε στη Δούνιστα (Ντούνιστα) Βάλτου Αιτωλίας και Ακαρνανίας (σημερινό Σταθά) γύρω στα τέλη του 18ου αι. Ήταν γιος του Δημήτρη Καραΐσκου – Λαλαγιώργου και λεγόταν και Καραΐσκος. Σύμφωνα με κάποιες πηγές ο Δημήτρης Καραΐσκος ήταν πατέρας του στρατηγού Γεωργίου Καραϊσκάκη, πράγμα που τον καθιστά αδερφό του στρατηγού από τον ίδιο πατέρα και διαφορετική μητέρα. Υπηρέτησε τόσο στο αρματολίκι της περιοχής όσο και στην αυλή του Αλή – πασά ως σωματοφύλακας (τζαχαντάρης), όπως και πολλοί άλλοι οπλαρχηγοί.

Κατά τη διάρκεια της Επανάστασης του 1821 έλαβε μέρος σε πολλές μάχες στη Δυτική Ελλάδα. Πολέμησε και διακρίθηκε στη μάχη της Λαγκάδας, στην Κιάφα, στην Πλάκα και στο Πέτα, στην Άρτα, στο Αγρίνιο, στο Βουλγαρέλι και στα Τζουμέρκα. Ήταν παρών σε όλες τις πολιορκίες του Μεσολογγίου και, κατά την τελευταία, ήταν ένας από τους αρχηγούς της πόλης.

Το 1826 επιλέγεται μεταξύ των 11 μελών της νέας Κυβέρνησης (Διοικητικής Επιτροπής της Ελλάδος) και το 1829 εκλέγεται πληρεξούσιος στην Δ΄ Εθνοσυνέλευση. Μετά την καταστροφή των ελληνικών δυνάμεων στο Πέτα (Ιούλιος 1822) δήλωσε υποταγή στους Τούρκους και ακολούθησε τον Ομέρ Βρυώνη στην πρώτη πολιορκία του Μεσολογγίου, αλλά, μετά την αποτυχία κατάληψής του, προσχώρησε και πάλι στους Έλληνες (Δεκέμβριος 1822).

Πήρε μέρος στον εμφύλιο πόλεμο (1824) με το μέρος της Κυβέρνησης και αργότερα με τους φιλοβασιλικούς επί Όθωνος. Μετά την ηρωική Έξοδο του Μεσολογγίου, αποσύρθηκε στην περιοχή του Βάλτου, όπου και ξαναπροσκύνησε τους Τούρκους. Επανήλθε όμως στα ελληνικά σώματα (1828), ύστερα από παρέμβαση του Άγγλου στρατηγού Ρίτσαρντ Τσώρτς, στα πλαίσια της τακτικής του Ιωάννη Καποδίστρια του προσεταιρισμού των «προσκυνημένων» οπλαρχηγών της Στερεάς Ελλάδος. Έδρασε τότε κυρίως στη βορειοδυτική Αιτωλοακαρνανία και συνέβαλε στην απελευθέρωσή της. Ο Ίσκος ήλθε σε ρήξη με τον Μαυροκορδάτο, γιατί τόλμησε να προστατέψει τον Καραϊσκάκη. Ο «πρίγκηπας» δεν δίστασε τότε να τον κατηγορήσει για «αισχρά κέρδη» από τη «συμμαχία» του με τον Καραϊσκάκη.

Η Κυβέρνηση ενέταξε τον Ίσκο στον ελληνικό στρατό. Η επιτροπή τον κατέταξε αρχικά στους αξιωματικούς Β΄ τάξεως, αλλά έπειτα, με αναθεώρηση, στην Α΄ τάξη (αρ. μητρώου 32), αναγνώρισε δε σε αυτόν και το σώμα του οφειλή 245.442 γροσίων, που όμως δεν του αποδόθηκαν ποτέ. Το 1823 προάγεται σε στρατηγό από την Κυβέρνηση. Το 1826 επιλέγεται στο Ναύπλιο μεταξύ των 11 μελών της νέας κυβέρνησης (Διοικητικής Επιτροπής της Ελλάδος), με πρόεδρο τον Ανδρέα Ζαΐμη.

Ο Ίσκος προήχθη σε χιλίαρχο από τον αδελφό του Κυβερνήτη, Αυγουστίνο Καποδίστρια. Ο χιλίαρχος Ίσκος διορίστηκε μέλος του στρατιωτικού Δικαστηρίου της Δυτικής Ελλάδος που συστάθηκε στο Μεσολόγγι.

Τον Ιούλιο του 1832 συμμετέχει ως πληρεξούσιος του Βάλτου σε συνέλευση στο Άργος, όπου με το Β΄ ψήφισμά της επικυρώνεται η εκλογή του Όθωνα.

Ο Ανδρέας Ίσκος είχε πολλά παιδιά (Γεώργιος, Νίκος, Θανάσης, Αλεξάνδρα, Μαρία, Ελένη και Ευθυμία). Αδελφός του ήταν ο Ιωάννης Ίσκος που έλαβε μέρος σε πολλές μάχες κατά την Επανάσταση. Συγγενής του ήταν και ο Χρόνης Ίσκος, που πολεμώντας τους Τούρκους, έχασε το ένα του χέρι και σκοτώθηκε κατά την Έξοδο του Μεσολογγίου. Ο Ανδρέας Ίσκος πέθανε στο Μεσολόγγι το 1857, όπου και ετάφη.

Η ομιλία της Ρούλας Σιαδήμα

προτομής του Οπλαρχηγού Κώστα Σιαδήμα στο Αργυρό Πηγάδι

Προτομή του Οπλαρχηγού Κώστα Σιαδήμα στο Αργυρό Πηγάδι

4η (β) στάση: Οδός Σιαδήμα

Ομιλήτρια: Ρούλα Σιαδήμα

Ο καπετάν Κώστας Σιαδήμας του Ιωάννη και της Σοφίας, καταγόταν από σουλιώτικη οικογένεια που εγκατέλειψε το Σούλι το 1803 μαζί με άλλες οικογένειες υπό τον Κίτσο Μπότσαρη, μετά την συνθηκολόγηση με τον Αλή Πασά των Ιωαννίνων και μετακινήθηκε αρχικά στη Λαμία και στη συνέχεια στο χωριό Γκερτοβός (Αργυρό Πηγάδι) της επαρχίας Απόκουρου.
Ακολούθησε, από νεαρή ηλικία, το επάγγελμα του κλέφτη. Το αρματωλίκι στο Απόκουρο το πήρε το 1818 και το κράτησε ως το 1823. Νυμφεύθηκε την αδερφή των Γιολτασαίων που κρατούσαν το αρματωλίκι του Καρπενησίου και απέκτησαν 4 παιδιά, το Χρήστο, τον Ιωάννη, το Λάμπρο και την Ελένη.
Μυήθηκε στη Φιλική Εταιρεία. Πήρε μέρος στην επίθεση εναντίον της Ναυπάκτου χωρίς όμως επιτυχία. Επίσης συμμετείχε στην Άλωση του Βραχωρίου που απελευθερώθηκε 10-11 Ιουνίου 1821. Από τις λεηλασίες που ακολούθησαν, έβγαλε από την πόλη 18 μουλάρια φορτωμένα με λάφυρα, τα οποία έθαψε στο υποστατικό του Ψώριαρη, προκαλώντας σε πολλούς την όρεξη να ψάχνουν ακόμη και σήμερα για το θησαυρό του.
Έκτοτε, ο Κώστας Σιαδήμας θα πάρει μέρος σε περίπου 30 στρατιωτικές επιχειρήσεις στη Δυτική Ελλάδα. Θα του δοθεί ο βαθμός του εκατόνταρχου, του χιλιάρχου και του αντιστράτηγου.
Στη μάχη της Καλιακούδας στην επαρχία Καρπενησίου ο Σιαδήμας δεν μπόρεσε να κρατήσει τη θέση του. Κατηγορήθηκε για προδοσία. Το Στρατιωτικό Δικαστήριο, όπου τον υπερασπίστηκε ο Κίτσος Τζαβέλας ηγήτωρ της μάχης, δεν τον καταδίκασε. Τα κίνητρα της κατηγορίας ήταν μάλλον πολιτικά.
Επανήλθε στις γραμμές της Επανάστασης συμμετέχοντας στην πολιορκία του Μεσολογγίου, όπου και σκοτώθηκε πολεμώντας κατά την Έξοδο στις 11 Απριλίου 1826. Ήταν 34 ετών.
Αδελφός του ήταν ο Νάσος Σιαδήμας, που πολέμησε μαζί του στη Δυτική Στερεά και στη συνέχεια με τον αρχιστράτηγο Γιώργο Καραϊσκάκη στις επιχειρήσεις της Ανατολικής Στερεάς. Παρέμεινε στο στράτευμα και μετά το τέλος των επιχειρήσεων. Επί Όθωνα εντάχθηκε, ως αξιωματικός, στη Βασιλική Φάλαγγα.
Ο οπλαρχηγός του Απόκουρου Κώστας Σιαδήμας τιμήθηκε από το Δήμο Θέρμου και το σύνδεσμο των Απανταχού Αργυροπηγαδιτών με προτομή, που φιλοτεχνήθηκε από τον Βασίλη Παπασάικα και της οποίας τα αποκαλυπτήρια έγιναν στο Αργυρό Πηγάδι στις 10 Αυγούστου 2019.

Η ομιλία της Βασιλικής Θανέλλα

Στάικος Γιάννης- έργο Αντώνη Ναστούλη
Στάικος Γιάννης- έργο Αντώνη Ναστούλη
ΓΙΑΝΝΑΚΗΣ ΣΤΑΙΚΟΣ
Υπογραφή Στάικου Αρχείο Γίτσας Πανταζή Ναστούλη
Υπογραφή Στάικου Αρχείο Γίτσας Πανταζή Ναστούλη
Οικία Ιωάννη Στάικου

Το σπίτι της οικογένειας Στάικου στο Αγρίνιο.

5η στάση: Οδός Ι. Στάικου

Ομιλήτρια: Βασιλική Θανέλλα, φιλόλογος

Γεννήθηκε στη Βελάουστα (Πυργί) μάλλον το 1793 και πέθανε στο Αγρίνιο το 1861 ή 1867.

Ο Ιωάννης (Γιαννάκης) Στάικος καταγόταν από μεγάλη προυχοντική οικογένεια του Βλοχού και η γυναίκα του ήταν αδελφή του αρματολού του Βάλτου Ανδρέα Ίσκου.

Είχε τρία αδέλφια : τον Χρηστάκη, που πέθανε στα πρώτα χρόνια της Επανάστασης, , τον Παναγή που ήταν έμπορος στην Οδησσό και Φιλικός και τον Στάμο που υπήρξε πολιτικός, πληρεξούσιος της επαρχίας Βραχωρίου το 1823 ( Β΄ Εθνοσυνέλευση, Άστρος) και το 1829 ( Δ΄ Εθνοσυνέλευση, Άργος).

Η οικογένεια των Σταϊκαίων βρισκόταν σε διαρκή αντιπαλότητα με την αρματολική οικογένεια των Βλαχοπουλαίων για το αρματολίκι του Βλοχού ήδη από τα προεπαναστατικά χρόνια. Η αντιπαλότητα συνεχίστηκε κατά την διάρκεια του Αγώνα μέχρι να καταφέρει ο Γιαννάκης Στάικος  να κατακτήσει το 1824 το αρματολίκι του Βλοχού. Προκείμενου να αποκτήσει τον έλεγχο της περιοχής που τόσο επιθυμούσε  ο Γιαννάκης Στάικος  δεν δίστασε να εκμεταλλευτεί άλλοτε τους νεοπαγείς θεσμούς της επαναστατικής διοίκησης και άλλοτε παραδοσιακές πρακτικές («καπάκια»).

 Η αντιπαλότητα αυτή -χαρακτηριστική της κρίσης στο εσωτερικό του αρματολικού συστήματος που προκάλεσε το ξέσπασμα της Επανάστασης- πυροδοτήθηκε περαιτέρω με την άφιξη του Αλέξανδρου Μαυροκορδάτου στη Δυτική Στερεά και την διχαστική τακτική που αυτός εφάρμοσε.

Κατά την Επανάσταση η δράση του Γιαννάκη Στάικου εντοπίζεται γύρω από την περιοχή της οποίας τον έλεγχο διεκδικεί πολιτικά και στρατιωτικά. Έχοντας μισθώσει ένοπλο σώμα και πολεμώντας στο πλευρό του Ανδρέα Ίσκου συμμετέχει στην επιτυχημένη πολιορκία του Βραχωρίου τον Ιούνιο του 1821 και του Ζαπαντίου αργότερα, καθώς και στις μάχες στο Μακρυνόρος και γύρω από την Άρτα. Το 1823 συμμετέχει στη υπεράσπιση του Ανατολικού (Αιτωλικό) κατά την πολιορκία του από τους Τούρκους υπό τον Ομέρ Βρυώνη. Κατά την δεύτερη πολιορκία του Μεσολογγίου (1825-1826) πολέμησε εναντίον των Τούρκων έξω από την πόλη με εντολή του διορισμένου επάρχου Κωνσταντίνου Μεταξά.

Μετά το τέλος της Επανάστασης το Ελληνικό Βασίλειο τίμησε την προσφορά του στον Αγώνα της Ανεξαρτησίας με τον βαθμό του υποστράτηγου. Μάλιστα στη Βασιλική Φάλαγγα που ιδρύθηκε το 1835, και η οποία διαιρέθηκε σε 13 τετραρχίες, ανέλαβε την διοίκηση της 3ης τετραρχίας με έδρα το Ναύπλιο. Την περίοδο της απόλυτης μοναρχίας (1833-1844) ανήκε στο στελεχιακό δυναμικό του αγγλικού κόμματος, ενώ αργότερα συνδέθηκε πολιτικά με τον Ι. Κωλέττη. Εξελέγη βουλευτής της επαρχίας Τριχωνίας το 1845, διετέλεσε γερουσιαστής (1847), υπουργός Πολέμου στην κυβέρνηση Αντωνίου Κριεζή (1849) και αντιπρόεδρος της Γερουσίας (1855).

Όπως και πολλοί άλλοι πρωταγωνιστές  της εποχής εκείνης, έτσι και ο Γ. Στάικος είναι αμφιλεγόμενο πρόσωπο. «Οι Στάϊκοι ήταν υπερήφανοι και πολεμιστές…», γράφει η Ελένη Γιαννακοπούλου, ενώ ο Γ. Παπατρέχας σημειώνει για τον Γιαννάκη Στάικο «Καπετάνιος του Βλοχού, στρατηγός, τσιφλικάς κι ένας από τους ελάχιστους που βγήκαν πλούσιοι από τον Αγώνα, άρπαξε και την εφορία, για να κορέσει την απληστία του».

Η ομιλία της Εύης Παπαλέξη

Βλαχόπουλος Αλεξάκης- έργο Αντώνη Ναστούλη
Βλαχόπουλος Αλεξάκης- έργο Αντώνη Ναστούλη
ΑΛΕΞΑΚΗΣ ΒΛΑΧΟΠΟΥΛΟΣ
Υπογραφή Βλαχόπουλου. Αρχείο Γίτσας Πανταζή Ναστούλη
Υπογραφή Βλαχόπουλου. Αρχείο Γίτσας Πανταζή Ναστούλη

6η στάση: Οδός Βλαχοπούλου

Ομιλήτρια: Εύη Παπαλέξη, ιατρός

<<…εσεκλετίστηκα κι εγώ… Μ’ επήρε ο πόνος σου κι αν έχεις άδεια έλα…>> έγραψε ο Στρατιωτικός Διοικητής του Βραχωρίου Νούρκα Σέρβανης στον Αλεξάκη Βλαχόπουλο, στις 23 Μαΐου του 1821, λίγες μέρες πριν την πολιορκία και την άλωση του Βραχωρίου από τις Ελληνικές Επαναστατικές Δυνάμεις, προσπαθώντας να παγιδεύσει τον Αρματωλό του Βλοχού, παλιό του γνώριμο, ώστε να ακυρώσει τα σχέδια των Ελλήνων και να αποτρέψει τα μελλούμενα.
Ο Οπλαρχηγός του Βλοχού, όμως, που θα τιμούνταν μετά τη σύσταση του Ελληνικού Κράτους με το Αργυρούν Αριστείο του Αγώνα και με τον Αστέρα του Ανώτερου Ταξιάρχη και το Μεγαλόσταυρο του Τάγματος του Σωτήρος, δεν έπεσε στην παγίδα και το Βραχώρι σώθηκε.
Από τις σπουδαιότερες στρατιωτικές προσωπικότητες του Βραχωρίου και της Δυτικής Ελλάδας κατά τη διάρκεια του ξεσηκωμού ο Αλέξιος ή Αλεξάκης Βλαχόπουλος, γόνος της γνωστής οικογένειας φιλικών, αγωνιστών, αρματολών Συκά ή Βλαχόπουλων με ρίζες στη Νικόπολη Πρεβέζης, όπου και γεννήθηκε το 1780 – κατ’ άλλους το 1789 – ήταν γιος του Πρώτου Καπετάνιου στο Αρματολίκι του Βλοχού Νίκου Συκά ή Βλαχογιωργάκη που δολοφονήθηκε από τον Αλή Πασά το 1790.
Ο Αλεξάκης κατά την προσφιλή συνήθεια του δυνάστη, περιμαζεύτηκε με τα αδέρφια του στην αυλή του Αλή, για να μεγαλώσει και να γίνει Αρματωλός. Εγκατέλειψε νωρίς την αυλή του Πασά και βγήκε στο κλαρί. Έδρασε στην περιοχή της Παραμυθιάς. Με το διωγμό των Αρματωλών (1806-1808) κατέφυγε στα Επτάνησα με τα αδέρφια του, όπου και κατατάχτηκε στα Ελληνικά Εθελοντικά Σώματα του Αγγλικού Στρατού και πήρε μέρος σε πολλές επιχειρήσεις, μεταξύ των οποίων η κατάληψη της γαλλοκρατούμενης Λευκάδας.
Με τη διάλυση των Αγγλικών Ταγμάτων το 1816 λαμβάνει πρόσκληση από τον Αλή Πασά και επιστρέφει στα Γιάννενα. Μορφωμένος και αγγλομαθής, κάτοχος της Στρατιωτικής Τακτικής υπολογίζονταν πολύ!
Αυτή την εποχή (1819) μυήθηκε στη Φιλική Εταιρεία για τους σκοπούς της οποίας με το βαθμό του απόστολου εργάστηκε στην Πρέβεζα. Δύο φορές για τη δράση του στη Φιλική Εταιρεία προδόθηκε. Μια στον Αλή Πασά τον οποίο κατόρθωσε να πείσει για την αθωότητα του και μια ενώ ήταν στην Κωνσταντινούπολη, όπου και φυλακίστηκε για να απελευθερωθεί με την παρέμβαση του Άγγλου Πρεσβευτή, επειδή είχε υπηρετήσει στα Αγγλικά Τάγματα.
Με την επιστροφή του στην ηπειρωτική Ελλάδα ο Αλή Πασάς του παραχωρεί το Αρματωλίκι του Βλοχού.
Έτσι, όταν κηρύχτηκε η Επανάσταση ο Βλαχόπουλος ήταν στην Αιτωλοακαρνανία και πρωτοστάτησε στην εξέγερση της Δυτικής Ελλάδας, αν και μέλη της οικογένειάς του ήταν όμηροι στην Πρέβεζα.
Με δικό του Στρατιωτικό Σώμα πήρε μέρος στην απελευθέρωση του Βραχωρίου, όπου πολέμησε παλικαρίσια και είχε το γενικό πρόσταγμα. Οι 500 άνδρες του από το Αρματωλίκι του Βλοχού μαζί με τις δυνάμεις του Αρματωλού της Βόνιτσας Τσόγκα, στρατοπέδευσαν στην περιοχή Παλιόπυργος ή Παλιόκαστρο, όπου σήμερα είναι η Αγία Βλαχέρνα.
Λέγεται ότι υποδέχθηκε μιλώντας στα αγγλικά τον Άγγλο Καπετάνιο Χέντερσον κατά την παραλαβή κανονιού και πυρίτιδας που αγόρασαν κατά τη διάρκεια της πολιορκίας του Βραχωριού οι Έλληνες, σε μια κίνηση που έκρινε αποφασιστικά την έκβαση υπέρ τους.
Αναφέρεται ότι σ’ αυτόν παραδόθηκαν οι Οθωμανοί και ότι επιφανείς Οθωμανοί που επέζησαν από την άλωση του Βραχωρίου χρησιμοποιήθηκαν για ανταλλαγή με Έλληνες αιχμαλώτους μεταξύ των οποίων και μέλη της οικογένειας του Βλαχόπουλου.
Μετά την άλωση του Βραχωρίου, με το δικό του στράτευμα πολέμησε λίγο αργότερα (26 Ιουλίου) και στο Ζαπάντι.
Αντιπροσώπευσε τις Επαρχίες Βλοχού και Βραχωρίου στη Συνέλευση Δυτικής Χέρσου Ελλάδος το Νοέμβριο του 1821 υπό το Μαυροκορδάτο, τον οποίο ακολούθησε σε όλη τη διάρκεια του Αγώνα. Χρημάτισε Γερουσιαστής του Οργανισμού Δυτικής Χέρσου Ελλάδος, ενώ πήρε μέρος και στην Γ΄ Γενική Συνέλευση στο Ανατολικό (Αιτωλικό).
Το 1822 υπέγραψε μυστική ένορκη συμφωνία με Κολοκοτρώνη, Μπότσαρη και άλλους για αμοιβαία υποστήριξη. Το ’22 επίσης ονομάστηκε Χιλίαρχος και τον επόμενο χρόνο Στρατηγός, ένας από τους τρεις Γενικούς Αρμοστές της Δυτικής Χερσου (το 1823) και Υπουργός Πολέμου. Το 1824 υπήρξε μέλος της Δικαστικής Επιτροπής του Γ. Καραϊσκάκη. Το 1825 μαζί με Κοντογιάννη και Γιάννη Ρόγκα μπαίνει στο Μεσολόγγι και επιζεί της Εξόδου.
Ορίστηκε Γενικός Επιθεωρητής του Στρατού Στερεάς Ελλάδος (1827), Υπουργός Στρατιωτικών επί Καποδίστρια και Όθωνα -από τον Αύγουστο του 1841 έως το Σεπτέμβριο του 1843, όπου με την Επανάσταση της 3ης Σεπτέμβρη συνελήφθη και φυλακίστηκε.
Πήρε μέρος στη Θεσσαλική Επανάσταση το 1854. Διετέλεσε Βουλευτής και Αντιπρόεδρος της Βουλής (1859-1860) και Υπασπιστής του Βασιλέως Γεωργίου Α’ (1864).
Πέθανε στην Αθήνα το 1865.
Ήταν νυμφευμένος με την Αναστασία και είχε αποκτήσει τρία παιδιά. Ένα αγόρι -κατά μαρτυρίες ονόματι Παρνασσός, και δύο θυγατέρες: την Κασσάνδρα και την Ευφροσύνη.
Μια Στρατιωτική και Πολιτική Προσωπικότητα Μοναδική!

Η ομιλία της Κωνσταντίνας Βασιλείου

Τσέλιος Δήμος- έργο Αντώνη Ναστούλη
Τσέλιος Δήμος- έργο Αντώνη Ναστούλη
Δήμος Τσέλιος
Το σπίτι του Δήμου Τσέλιου στο Αγρίνιο

Το σπίτι του Δήμου Τσέλιου στο Αγρίνιο

7η στάση: Οδός Δήμου Τσέλιου

Ομιλήτρια: Κωνσταντίνα Βασιλείου, Φοιτήτρια τμ. πολιτισμικής διαχείρισης

Η οδός Δήμου Τσέλιου στο Αγρίνιο είναι αφιερωμένη στον στρατηγό Δήμο Τσέλιο, τον γνωστό Γέρο-Δήμο, μια πολύ σημαντική μορφή του ’21 για τον οποίο γράφτηκαν πολλά δημοτικά τραγούδια και ποιήματα.
Γεννήθηκε το 1785. Για τον τόπο που γεννήθηκε οι απόψεις διίστανται, από την μια βρίσκεται η Ζαβίτσα της Ακαρνανίας, ενώ από την άλλη το Σπαρτοχώρι του Μεγανησίου της Λευκάδας. Ο ίδιος, βέβαια, αναφέρει στα απομνημονεύματά του πως γεννήθηκε «εις το Μεγανήσι της Αγίας Μαύρας» και πως κατάγεται από τα Κομετάτα Κεφαλονιάς από τον παππού του και από την Ακαρνανία από τη γιαγιά του, μάλλον από την Ζαβίτσα. Δεν λεγόταν όμως Τσέλιος στο επίθετό του, το πατρογονικό του όνομα ήταν Φερεντίνος και έμεινε ορφανός από πατέρα σε ηλικία ενός έτους, όταν τον χτύπησε κεραυνός και σε ηλικία τριών ετών από μητέρα, όταν εκείνη πνίγηκε.
Σε ηλικία 19 ετών πέρασε στο Καρπενήσι και έγινε κλεφταρματωλός. Από πολύ νωρίς έγινε μέλος της Φιλικής Εταιρείας, στην οποία τον μύησε ο Καραϊσκάκης και πολέμησε σε πολλές μάχες, από τις οποίες οι πιο γνωστές είναι εκείνες του Πέτα, της Βόνιτσας, του Μύτικα, της Αράχωβας. Ακόμη συμμετείχε στην πολιορκία του Μεσολογγίου και του Βραχωρίου (Αγρινίου) μετά από την οποία εγκαθίσταται στην πόλη. Έγινε γνωστός μέσα από την συμμετοχή του στις ομάδες των Κατσαντώνη και Καραϊσκάκη και μετά το 1823 έγινε Αντιστράτηγος της Στερεάς Ελλάδας.
Το 1836 και ενώ είχε ανέβει στη βασιλεία ο Όθωνας, ο Δήμος Τσέλιος συμμετείχε σε επαναστατική ομάδα που διεκδικούσε Σύνταγμα από το βασιλιά. Εξαιτίας αυτής της συμμετοχής, αναγκάστηκε σε αυτοεξορία μακριά από την οικογένεια του στην Λευκάδα και αργότερα στο Λονδίνο και του αφαιρέθηκε και το στρατιωτικό του αξίωμα, ενώ το σπίτι του στο Αγρίνιο λεηλατήθηκε. Όταν επέστρεψε, κάποια χρόνια αργότερα, πήρε ξανά το στρατιωτικό του αξίωμα και ξαναμπήκε στην βασιλική φάλαγγα από όπου τον είχε διώξει ο Όθωνας. Πέθανε στις 11 Νοεμβρίου 1854.
Ο Δήμος Τσέλιος αποτελεί έναν φωτεινό φάρο που στήριξε την Αιτωλοακαρνανία στην δύσκολη περίοδο της Απελευθέρωσης. Ο τάφος του βρίσκεται μέχρι και σήμερα στον Κήπο των Ηρώων στο Μεσολόγγι.

Ομιλία Γεράσιμου Γερολυμάτου

Στήλση απελευθέρωσης Αγρινίου

8η στάση (τερματισμός): Οδός 11ης Ιουνίου

Ημέρα απελευθέρωσης του Αγρινίου το 1821

Ομιλητής: Γεράσιμος Σπ. Γερολυμάτος, συγγραφέας

Η απελευθέρωση του Αγρινίου στις 11 Ιουνίου του 1821 είναι ένα από τα μεγαλειωδέστερα ιστορικά γεγονότα της ελληνικής επανάστασης του 1821.
Βέβαια, η επανάσταση στο Βραχώρι (Αγρίνιο) το 1821 άργησε να εκδηλωθεί. Τούτο οφείλεται στο ότι το Βραχώρι (Αγρίνιο) ήταν έδρα ισχυρών τουρκικών στρατευμάτων και το τουρκικό στρατιωτικό κέντρο της Δυτικής χέρσου Ελλάδας (Κάρλελι).
Ακόμη στο Βραχώρι (Αγρίνιο) ήταν συγκεντρωμένοι πολλοί αξιωματούχοι Τούρκοι, επειδή ήταν και το διοικητικό κέντρο της περιοχής και επειδή είχε άμεση οικονομική εξάρτηση απευθείας από την εκάστοτε Βαλιδέ Σουλτάνα.
Το Βραχώρι, λοιπόν, ήταν για τη Δυτική Ελλάδα ότι η Τριπολιτσά για την Πελοπόννησο. Στο Βραχώρι κάθε διώροφη η τριόροφη τουρκική οικοδομή ήταν τριγυρισμένη με διπλό και τριπλό καμιά φορά τοίχισμα και αυλόθυρες σε πολλές μεριές, μοναδικό φαινόμενο σε όλη την Ελλάδα.
Η τυραννία έγινε αβάσταχτη ιδίως τις παραμονές της Επανάστασης, όταν στρατιωτικός διοικητής του Βραχωριού ήταν ο Τουρκαλβανός Νούρκας Σέρβανης και πολιτικός διοικητής ο Αλάμπεης.
Όμως, μετά τα πρώτα επαναστατικά κρούσματα στην Αιτωλοκαρνανία, οι Τούρκοι άρχισαν να ανησυχούν και ο φόβος τους μεγάλωσε, όταν στην πόλη άρχισαν να μαζεύονται και οι ομόθρησκοι τους της υπαίθρου.
Και οι φόβοι τους και βγήκαν αληθινοί:
Στις 26 με 27 Μαΐου, ημέρα της Πεντηκοστής του Πάσχα, οι επαναστατικές δυνάμεις της Αιτωλοακαρνανίας καταλάβανε θέσεις γύρω από το Βραχώρι για να το εκπολιορκήσουν. Το βράδυ της 28ης Μαΐου 1821 ο κλοιός γύρω από το Βραχώρι είχε ολοκληρωθεί και τα χαράματα της ίδιας νύχτας (28-5-1821), άρχισε γενική επίθεση από όλες τις μεριές.
Η έφοδος αιφνιδίασε τους Τούρκους. Γιορτάζανε το «Ραμαζάνι» τους εκείνη την ημέρα, και μόλις άκουσαν τους πυροβολισμούς των Ελλήνων, έντρομοι, σπεύσανε στα «ενδότερα» της πόλης.
Στις 11 Ιουνίου 1821 έπεσε το Βραχώρι που ήταν το προπύργιο των Τούρκων στη Δυτική Ελλάδα. «Και ούτως εκυριεύθη το περίφημο Βραχώρι, η πρωτεύουσα της ηγεμονίας της υπό των Οθωμανών ονομαζομένης Κάρλελη» γράφει στα απομνημονεύματα ο ήρωας του 1821 Λάμπρος Κουτσονίκας. Ήταν η πρώτη απελευθέρωση πόλης σ΄ ολόκληρο τον ελλαδικό χώρο που ενίσχυσε τον Απελευθερωτικό αγώνα με τους θησαυρούς των Τούρκων αξιωματούχων και με το πολεμικό υλικό που έπεσε στα χέρια των Ελλήνων.
Η λαϊκή Μούσα αποθανάτισε την πολιορκία του Βραχωριού με το εξής δημοτικό τραγούδι, που το έχει καταχωρημένο ο Πετρώφ στη συλλογή δημοτικών τραγουδιών που εξέδωσε :

Σ΄ όλον τον κόσμο ξαστεριά,
Σ΄ όλο τον κόσμο ήλιος,
και στο Ζαπαντοβράχωρο
όλο καπνός και αντάρα.
Καπιταναίοι τόκαψαν,
καπιταναίοι το καίνε
.

Η αυγή, λοιπόν, της 11ης Ιουνίου 1821 βρήκε ελεύθερο το περήφανο Βραχώρι. Μέσα από τις στάχτες της μπαρουτοκαπνισμένης πόλης θα ξαναγεννιόταν το Αγρίνιο.